Magyar-Görög szótár »

tű görögül

MagyarGörög

βελόνα (velóna)◼◼◼

σύριγγα◼◻◻

ακίδα◼◻◻

διαολίζω

καρφίτσα

καρφίτσα (karfitsa)

παραμάνα

πευκοβελόνα

levelű erdő

δάσος κωνοφόρων

levelű fa

κωνοφόρο δένδρο

levél

βελόνα

πευκοβελόνα

nik

εμφανίζομαι

φαίνομαι

r

υποφέρω

sarkú cipő

γόβες – στιλέτο

szúrás

βελονιά

z

φωτιά (fotiá)◼◼◼

φωτιά (η)◼◼◼

πυρκαγιά◼◼◼

πυρ◼◻◻

καύση

brasa

πύρινος

φως

z

Φωτιά◼◼◼

z van!

φωτιά!

zbiztonsági követelmény

προδιαγραφή πυρασφάλειας

zcsap

κρουνός◼◼◼

zfal

firewall◼◼◼

τείχος προστασίας◼◼◻

τοίχος προστασίας◼◻◻

αλεξίπυρο διάφραγμα

zfegyver

όπλο◼◼◼

πυροβόλο◼◼◼

πυροβόλο όπλο◼◼◼

zgolyó

μύδρος

zhely

εστία◼◼◼

κουζίνα

στόφα

12