Magyar-Görög szótár »

lehet görögül

MagyarGörög
lehetővé tesz

επιτρέπει

επιτρέπω

lehetséges

δυνατός◼◼◼

πιθανός◼◼◼

εφικτός◼◼◻

δυνατός-ή-ό, πιθανός-ή-ό, ενδεχόμενος (-η-ο)

lehetséges lenne később kijelentkezni?

μήπως γίνεται να κάνω check-out αργότερα;

(hogy lehet, hogy...)

τι έγινε και:

a lehető leggyorsabban

το ταχύτερο δυνατό / όσο το δυνατό πιο γρήγορα / όσο πιο γρήγορα γίνεται

a lehető leghamarabb

το συντομότερο δυνατόν◼◼◼

a lehető legnagyobb jégkrém

το μεγαλύτερο δυνατό παγωτό

a tenger meglehetősen nyugodt

η θάλασσα είναι αρκετά ήρεμη

amilyen hamar csak lehet

το συντομότερο δυνατόν

amint lehetséges

το συντομότερο δυνατόν◼◼◼

azt hiszem, lehetek terhes

νομίζω μπορεί να είμαι έγκυος

erős, hangos, lehetséges

δυνατός (-ή-ό)

ez nem lehetséges

αυτό δεν είναι δυνατόν / αυτό δε γίνεται

ez teljességgel lehetetlen!

αυτό είναι εντελώς αδύνατον!

fennáll a lehetősége hogy terhes?

υπάρχει περίπτωση να είστε έγκυος;

gyere, amilyen hamar csak lehet!

έλα όσο πιο νωρίς γίνεται!

habár, noha, jóllehet

αν και

hogy lehet, hogy nem indultál még el?

τι έγινε και δεν έφυγες ακόμα;

hogy mennek a dolgaid? (meglehetősen közvetlen)

πως πάνε τα πράγματα; (σχετικά ανεπίσημο)

hogy vagy? (meglehetősen közvetlen)

τι χαμπάρια; (σχετικά ανεπισήμο)

jóllehet

αν και◼◼◼

μολονότι◼◼◼

ενώ◼◼◼

παρά◼◼◻

ωστόσο◼◼◻

αν◼◼◻

καθώς◼◼◻

εάν◼◼◻

όταν◼◼◻

διάστημα◼◼◻

εφόσον◼◼◻

έστω και αν◼◻◻

καίτοι◼◻◻

εντούτοις◼◻◻

χρόνος◼◻◻

εν τούτοις

123