Magyar-Görög szótár »

kő görögül

MagyarGörög

μάρμαρο◼◼◼

λίθος (líthos)◼◼◻

βράχος

η πέτρα, το λίθος

πέτρωμα/βράχος

ροκ

/szikla

βράχος

πέτρωμα

πέτρωμα/βράχος

bánya

λατομείο◼◼◼

νταμάρι

faragó

λιθοξόος◼◼◼

fejtés

λατόμευση◼◼◼

fejtő

λατομείο◼◼◼

λατομείο/θήραμα/λεία

korszak

Εποχή του Λίθου

lap, muri, hülyéskedés

πλάκα (η)

műves

κτίστης

λιθοδόμος

πλινθοδόμος

πλινθοκτίστης

χτίστης

műveskanál

μυστρί

művesség

τοιχοποιία/πλινθοδομή/οικοδόμηση/οικοδομή

olaj

Πετρέλαιο◼◼◼

olajfogyasztás

κατανάλωση πετρελαίου◼◼◼

olajipar

βιομηχανία πετρελαίου/πετρελαϊκή βιομηχανία

r

καρδιά

κούπες

ris

μελιά◼◼◼

τέφρα◼◼◻

φράξος◼◼◻

φλαμουριά

φράξο

száli kecske

ίβηξ

αίγαγρος

αίγαγρος (aígagros)

szén

γαιάνθρακας◼◼◼

törő kalapács

βαριά

zet

Πέτρωμα◼◼◼

12