Magyar-Görög szótár »

hagy görögül

MagyarGörög
elhagy

άδεια◼◼◼

εγκατάλειψη◼◻◻

(elveszít) χάνω (-σω), (magára hagy) εγκαταλείπω (-ψω), παρατώ (-άω, -ήσω)

αποβάλλω

αφήνω

εγκαταλείπω

έρημος

παρατάω

παρατώ

φεύγω

elhagyás

παράλειψη◼◼◼

εγκατάλειψη◼◼◼

απάλειψη◼◻◻

απάρνηση◼◻◻

elhagyatott

εγκαταλελειμμένος

έρημος

παρατημένος

elhagyni

φεύγω

elhagyott

έρημος

elhagyott jármű

εγκαταλελειμμένο όχημα

felhagy

διακοπή◼◼◼

εγκατάλειψη◼◼◻

felhagyott ipari terület

εγκαταλειμμένος βιομηχανικός χώρος

εγκαταλελειμμένες βιομηχανικές εκτάσεις

felkapcsolva hagytad a lámpád

έχετε αφήσει τα φώτα σας ανοιχτά

figyelmen kívül hagy

αγνοώ

Fokhagyma

Σκόρδο◼◼◼

fokhagyma

το σκόρδο◼◼◼

hitehagyott

αποστάτης

αρνησίθρησκος

hogy hagyja el a táblát

εγκέφαλος

jóváhagy

επικύρωση◼◼◼

κύρωση◼◻◻

εγκρίνω

επιδοκιμάζω

jóváhagyás

επιβεβαίωση◼◼◼

jóváhagyást igénylő telepítés

εγκατάσταση για την οποία απαιτείται έγκριση

kérem hagyjon magamra

παρακαλώ άσε με ήσυχο

kérem hagyjon üzenetet a sípszó után, amint lehet, visszahívjuk.

παρακαλώ αφήστε το μήνυμα σας μετά τον τόνο, και θα επικοινωνήσουμε μαζί σας το γρηγορότερο δυνατόν

kihagy

παραλείπω

123