Magyar-Görög szótár »

őz görögül

MagyarGörög
fertőz

μολύνω

fertőzés

λοίμωξη◼◼◼

η λοίμωξη◼◼◻

λοιμός

μόλυνση/λοίμωξη

fertőzött

μολυσμένο◼◼◼

fertőző

επικοινωνήσιμος

λοιμώδης-ης-ες

μεταδοτικός

fertőzőbetegség

μολυσματική (λοιμώδης) νόσος/λοιμώδες νόσημα

fertőződés

μόλυνση◼◼◼

λοίμωξη◼◼◻

forral, főz

βράζω

főz

βραστό◼◼◼

βράζω

μάγειρας

μαγειρεύω (-ψω)

παρασκευάζω

ψήνομαι

főzni

μποξεράκι

főzés

βράσιμο◼◼◼

μαγειρική◼◻◻

főző

κουζίνα◼◼◼

főzőlap

αέριο◼◼◼

főzőtt bab

ψητά φασόλια

győz

νικώ

νικώ (-άω, -ήσω)

győzelem

η νίκη

νίκη

νίκη (níke)

győztes

νικητής◼◼◼

νικήτρια

νικηφόρος

ο νικητής (η νικήτρια)

gőz

ατμός◼◼◼

αχνίζω

αχνός

γενναίος

υδρατμός

gőzgenerátor

ατμογεννήτρια◼◼◼

123