Görög | Magyar |
---|---|
θέση | részlet◼◻◻ óra◼◻◻ poszt◼◻◻ státus◼◻◻ lényeg◼◻◻ fekvés◼◻◻ vonás◼◻◻ szem◼◻◻ jogállás◼◻◻ tulajdonság◼◻◻ nézet◼◻◻ jogviszony◼◻◻ számjegy◼◻◻ besorol◼◻◻ férőhely◼◻◻ posta◼◻◻ elküld◼◻◻ viszonyok◼◻◻ felad◼◻◻ szék◼◻◻ csúcs◼◻◻ felvetés◼◻◻ félsziget◼◻◻ váltó◼◻◻ |
θέση (théssi) | hely◼◼◼ |
θέση (η, tsz. -εις) | |
θέση (περιοχή) εξόρυξης | |
θέση (χώρος) εργασίας | munkahely◼◼◼ |
θέση στο διάδρομο | |
θέση στο παράθυρο | |
(munka) η θέση, η δουλειά | |
αριθμός θέσης | |
αρχαιολογική θέση | |
αρχαιολογική θέση/αρχαιολογική τοποθεσία | |
αυτή η θέση είναι ελεύθερη; | |
αυτή η θέση είναι πιασμένη |