Görög-Magyar szótár »

εύκολο jelentése magyarul

GörögMagyar
εύκολο

könnyű◼◼◼

εύκολος

könnyen◼◼◼

könnyű◼◼◻

egyszerű◼◼◻

εύκολος (-η-ο)

könnyű◼◼◼

εύκολος (éfkolos)

könnyű◼◼◼

εύκολος / εύκολη / εύκολο

könnyű

(súly) ελαφρός/ύς-ιά/ά-ό/ύ, (átv) εύκολος (-η-ο)

könnyű

έφαγε ένα ολόκληρο κοτόπουλο, (πράγμα) που δεν είναι και τόσο εύκολο

megevett egy egész csirkét, ami nem is olyan könnyű

είναι εύκολο να πεις να/ότι...

könnyű mondani, hogy...

σας είναι εύκολο να μιλήσουμε αυτή τη στιγμή;

tud most beszélni?