Görög-Magyar szótár »

από jelentése magyarul

GörögMagyar
βιολογικό απόθεμα

biorezervátum

βιομηχανικά αέρια απόβλητα (απαέρια)

ipari hulladékgáz

βιομηχανικά απόβλητα

ipari hulladék◼◼◼

βλάβη από ακτινοβολία

sugárzás okozta kár

βλάβη (ζημία) από την εισροή ρύπων

immissziókár

βραχίονας ποταμού/απαγωγός τάφρος/απόβλητα/λύματα

kiömlés

γείτσες (μετά από ένα φτέρνισμα)

eldobható pelenka

γυρίσαμε από την Αθήνα με όμορφες εντυπώσεις

szép élményekkel tértünk vissza Athénből

γύρω από/σε

körül

δημοτικά (αστικά) απορρίμματα (απόβλητα)

települési hulladék

δημόσια ερώτηση/ερωτήσεις που υποβάλλονται από το κοινό

állami vizsgálat

διάθεση (απόρριψη) πολεμικού υλικού

háborús anyagok ártalmatlanítása

διάταγμα/απόφαση (δικαστηρίου)

rendelet

δικαστική απόφαση (παραγγελία, έννομος τάξη)

környezetvédelmi utasítás

δικαστική απόφαση/δικαστικός κανόνας

jogi szabály

δουλεύω από το σπίτι

otthonról dolgozom

δυσαρεστημένος (+ από/με vmivel)

elégedetlen◼◼◼

δύσκολα διαθέσιμα απόβλητα

nehezen ártalmatlanítható hulladék

είμαι από ...

én ... jöttem

είμαστε ανοιχτά από τις δέκα εως τις οκτώ, και τις επτά ημέρες της εβδομάδας

a hét minden napján 10.00-tól 20-00-ig tartunk nyitvan

είμαστε ανοιχτά από τις εννιά εως τις πέντε, δευτέρα με παρασκευή

hétfőtől péntekig, 9.00-tól 17.00-ig vagyunk nyitva

είσαι πολύ όμορφος / όμορφη απόψε

nagyon csinos vagy ma este

εισροή ρύπων/όχληση από ρύπους

szennyezőanyag immisszió

εκτός από

kívül◼◼◼

eltekintve◼◼◻

leszámítva◼◼◻

vmin kívül

ενέργεια από βιομάζα

biomassza energia

ενέργεια από το πετρέλαιο (την καύση πετρελαίου)

olajból nyert energia

ενέργεια (παραγόμενη) από τον άνθρακα

szénalapú energia

ενεργειακή απόδοση

energiahatékonyság◼◼◼

εντυπωσιαστήκαμε από την ομορφιά της Βουδαπέστης

lenyűgözött bennünket Budapest szépsége

εξαγωγή αερίου (από άνθρακα)

gázművek

επικίνδυνα απόβλητα

veszélyes hulladék◼◼◼

επιχείρηση καθαρισμού (απομάκρυνσης) έπειτα από

katasztrófa kármentesítési művelet

ερχόμενος από την Κρήτη

Kréta felől jövet

εσείς θα ξέρετε καλύτερα από μένα

ön alighanem jobban tudja nálam

ευχαρίστηση (eucharístēsē) , απόλαυση (apolafsē) , τέρψη (terpse) , ηδονή (hedoné)

gyönyörűség

ευχαριστημένος (-η-ο) (+ από/με vmivel), ικανοποιημένος-η-ο (+ από/με vmivel)

elégedett

εχθές απόγευμα

tegnap délután

891011