ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

ων σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
αγωνία

szorongás◼◼◼

kín◼◼◼

gyötrelem◼◻◻

szükség◼◻◻

végrehajt◼◻◻

végrehajtás◼◻◻

agónia

αγωνίζομαι

birkózik

harcol

küzd

kűzd

verekszik

αδρανοποίηση (ακινητοποίηση) των ρύπων

szennyezőanyag immobilizálás

Άδωνις

Adónisz

αέριο χώρου ταφής απορριμμάτων

hulladéklerakó gáz

αερισμός του νερού (των υδάτων)

vízlevegőztetés

αθωώνω

felment

αίθουσα συνεδριάσεων

előadó

αίθουσα υπολογιστών

számítógépes terem

αιτών

jelentkező◼◼◼

jelölt◼◼◻

felperes◼◼◻

αιών

eon

αιώνας

kor◼◼◼

század◼◼◻

korszak

αιώνας (aiónas)

század◼◼◼

αιώνας (ο)

évszázad

αιώνιος

örök

örökkévaló

örökös

αιωνιότης

örökkévalóság

αιωνιότητα

örökkévalóság

utókor

ακρογωνιαίος λίθος

sarokkő

ακρωνύμιο

mozaikszó◼◼◼

betűszó◼◼◼

ακρώνυμο

betűszó◼◼◼

ακτινοβόληση τροφίμων

élelmiszer besugárzás

ακυρώνομαι

elmarad

123