ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

előadó σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
előadó

επιμελήτρια◼◼◼

λέκτορας◼◼◼

αίθουσα

αίθουσα συνεδριάσεων

előadóterem

αίθουσα◼◼◼

egyetemi tanár / előadó

ομιλητής

Το ιστορικό σας