ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

jelölt σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
jelölt

υποψήφιος◼◼◼

αιτών◼◻◻

αιτούμενος◼◻◻

αιτούσα

jelöltség

υποψηφιότητα◼◼◼

Το ιστορικό σας