Magyar-Görög szótár »

ont görögül

MagyarGörög
központ

κέντρο (kéntro)◼◼◼

το κέντρο◼◼◼

μέσο◼◼◻

επίκεντρο◼◻◻

περιβάλλον◼◻◻

μέση◼◻◻

τηλεφωνικό κέντρο

központ, belváros

κέντρο (το)

központi

κεντρικός◼◼◼

központi bank

κεντρική τράπεζα◼◼◼

Központi bank

Κεντρική Τράπεζα◼◼◼

központi feldolgozóegység

κεντρική μονάδα επεξεργασίας◼◼◼

központi fűtés

κεντρική θέρμανση◼◼◼

κεντρική θέρμανση, η

központi kormány

κεντρική κυβέρνηση (διοίκηση)/δημόσιο/κρατικός (-ή, -ό)◼◼◼

központosítás

συγκέντρωση◼◼◼

συγκέντρωση/συγκεντρωτισμός

συγκεντρωτισμός

központozás

στίξη

kulcscsont

κλείδα◼◼◼

kulcsfontosságú

κλειδί◼◼◼

kutatási központ

ερευνητικό κέντρο/κέντρο έρευνας (ερευνών)

lapockacsont

σπάλα◼◼◼

ωμοπλάτη◼◼◻

lebontás

ανάλυση◼◼◼

κατεδάφιση◼◼◻

ταξινόμηση◼◻◻

ledönt

γκρεμίζω (-σω)

létfontosságú

κρίσιμος◼◼◼

meg fogom önt röntgenezni

θα σας κάνω μια ακτινογραφία

meg kell nézze önt egy specialista

θα ήθελα να σε κοιτάξει ένας ειδικός

megdönt

κλίση◼◼◼

ανατροπή◼◼◻

megfontolás

συναίσθηση

megfontolt

συνετός◼◼◼

melegfront

καύσωνας

mellcsont

στέρνο◼◼◼

mélypont

ναδίρ◼◼◼

metszéspont

τομή◼◼◼

διασταύρωση◼◻◻

6789