Magyar-Görög szótár »

nyit görögül

MagyarGörög
bizonyíték

επιβεβαίωση◼◻◻

τεκμήριο◼◻◻

εξετάσεις◼◻◻

πειστήριο

η απόδειξη, το τεκμήριο

bizonyíték megőrzése

διατήρηση (αποδεικτικών) στοιχείων (μέσων)

bizonyítgató

δυναμικός

bizonyítvány

πιστοποιητικό◼◼◼

έγγραφο◼◼◻

αποδεικτικό◼◻◻

τιμολόγιο◼◻◻

δίπλωμα◼◻◻

χαρτί◼◻◻

πτυχίο◼◻◻

(hivatal) το πιστοποιητικό, (iskolai) το ενδεικτικό

egyenirányító

ανορθωτής◼◼◼

ez egy kicsit több, mint amennyit én akartam fizetni

αυτό είναι λίγο παραπάνω από αυτά που ήθελα να πληρώσω

fel tudná hajtani ezt a nadrágot egy inch-nyit?

μπορείτε να ράψετε αυτό το παντελόνι μια ίντσα πάνω;

felnyit

σπάω

halványít

ξεθωριάζω

σβήνω

hány órakor nyit ki az étterem vacsorára?

τι ώρα ανοίγει αύριο το εστιατόριο για δείπνο;

hány órakor nyitnak holnap?

τι ώρα ανοίγετε αύριο;

hétfőtől péntekig, 9.00-tól 17.00-ig vagyunk nyitva

είμαστε ανοιχτά από τις εννιά εως τις πέντε, δευτέρα με παρασκευή

hogyan nyitja ki a ...?

πως ανοίγεις...;

irányít

απευθείας◼◼◼

οδηγός◼◼◻

στόχος◼◼◻

σκοπός◼◻◻

ελέγχω◼◻◻

διευθύνω

διοικώ

κανόνας

κυβερνώ

irányít vhova (→απευθύνομαι fordul vhova)

απευθύνω

irányítás

διακυβέρνηση◼◼◼

διεύθυνση◼◼◼

ευθύνη◼◼◼

κατεύθυνση◼◼◻

κατηγορία◼◻◻

123