Magyar-Görög szótár »

kel görögül

MagyarGörög
Nikosz ügyesen bánik a hangszerekkel

ο Νίκος χειρίζεται με δεξιότητα τα μουσικά όργανα

ökológiai értékelés

οικολογική αξιολόγηση◼◼◼

ökotoxikológiai értékelés

οικοτοξικολογική αξιολόγηση◼◼◼

önnek ... nál kell átszállni

θα χρειαστεί να αλλάξετε στο ...

ösztökél

παροτρύνω

otthon vagyok és a gyerekekkel foglalkozom

μένω σπίτι και προσέχω τα παιδιά

pikkely

φολίδα◼◼◼

μέγεθος◼◼◻

κλίμακα

λέπι

pikkelyesszárnyú

λεπιδόπτερα

Pikkelysömör

Ψωρίαση

rákkel

καρκινογόνος◼◼◼

rákkeltő anyag

καρκινογόνο(ς)

rákkeltő hatás

καρκινογένεση/ικανότητα καρκινογένεσης

rákkeltő hatás vizsgálata

δοκιμασία για ανίχνευση ικανότητας καρκινογένεσης

remélem, kellemes volt az itt tartózkodásuk

ελπίζω να είχατε ευχάριστη διαμονή

sajnálom, engem nem édekel

συγγνώμη, δεν ενδιαφέρομαι

sajnálom, minden jegy elkelt

λυπάμαι, οι θέσεις είναι γεμάτες

sekély

αβαθής◼◼◼

ρηχός

ρηχός / ρηχή / ρηχό

sokáig kellett várnunk

περιμένουμε εδώ και πολύ ώρα

sokat kell várni?

θα πάρει πολύ ώρα το φαγητό;

székel

αφοδεύω

χέζω

szennyezőanyag értékelés

αποτίμηση ρύπων

szép élményekkel tértünk vissza Athénből

γυρίσαμε από την Αθήνα με όμορφες εντυπώσεις

szombaton kell dolgozni?

θα χρειαστεί να δουλεύω και τα σάββατα;

tanulnom kell

πρέπει να διαβάσω

tartózkodnia kell az alkoholfogyasztástól

να αποφύγετε το αλκοόλ

távérzékelés

τηλεανίχνευση◼◼◼

távérzékelő központ

κέντρο τηλεανίχνευσης

Távol-Kelet

Άπω Ανατολή

Άπω Ανατολή (Ápo Anatolí)

technológia értékelése

αξιολόγηση της τεχνολογίας◼◼◼

teli tankkal kell visszahozni

πρέπει να το επιστρέψετε με γεμάτο

termékértékelés

αξιολόγηση προϊόντων

természeti örökség értékelése

αξιολόγηση της φυσικής κληρονομιάς

Tokelau

Τοκελάου◼◼◼

6789