Magyar-Görög szótár »

központ görögül

MagyarGörög
központ

κέντρο◼◼◼

κέντρο (kéntro)◼◼◼

το κέντρο◼◼◼

μέσο◼◼◻

επίκεντρο◼◻◻

περιβάλλον◼◻◻

μέση◼◻◻

τηλεφωνικό κέντρο

központ, belváros

κέντρο (το)

központi

κεντρικός◼◼◼

központi bank

κεντρική τράπεζα◼◼◼

Központi bank

Κεντρική Τράπεζα◼◼◼

központi feldolgozóegység

κεντρική μονάδα επεξεργασίας◼◼◼

központi fűtés

κεντρική θέρμανση◼◼◼

κεντρική θέρμανση, η

központi kormány

κεντρική κυβέρνηση (διοίκηση)/δημόσιο/κρατικός (-ή, -ό)◼◼◼

központosítás

συγκέντρωση◼◼◼

συγκέντρωση/συγκεντρωτισμός

συγκεντρωτισμός

központozás

στίξη

adatközpont

κέντρο δεδομένων◼◼◼

bevásárlóközpont

σουπερμάρκετ◼◼◼

εμπορικό κέντρο◼◼◻

dokumentációs központ

κέντρο τεκμηρίωσης

egészségközpont

κέντρο ψυχαγωγίας

információs központ

κέντρο πληροφοριών◼◼◼

kutatási központ

ερευνητικό κέντρο/κέντρο έρευνας (ερευνών)

képzési központ

κέντρο κατάρτισης/ΙΕΚ

nukleáris kutatóközpont

κέντρο πυρηνικών ερευνών◼◼◼

park központi területe

περιοχή δημόσιου κήπου στο κέντρο της πόλης

szabadidős központ

κέντρο αναψυχής

szeretnék a városközpontban megszállni

θα ήθελα να μείνω στο κέντρο της πόλης

távérzékelő központ

κέντρο τηλεανίχνευσης

történelmi városközpont

ιστορικό κέντρο

valahol nem messze a városközponttól

κάπου όχι πολύ μακριά από το κέντρο της πόλης

van telefonközpontjuk?

έχετε τηλεφωνικό κατάλογο;

Világkereskedelmi Központ

Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου

városközpont

κέντρο◼◼◼

κέντρο της πόλης◼◼◻

üzletközpont

εμπορικό κέντρο