Magyar-Görög szótár »

ól görögül

MagyarGörög
folytatólagos

εξακολουθητικός

fólia

φύλλο◼◼◼

αλουμινόχαρτο◼◻◻

έλασμα

gladiólusz

γλαδιόλα

gól

καλάθι

πόντος

σκοπός

στόχος

τέρμα

το γκολ

Góliát

Γολιάθ◼◼◼

gólt szerezni

να σκοράρει

gólya

πελαργός◼◼◼

λελέκι

ο πελαργός

gólya, eszterag (rare)

λελέκι

πελαργός (pelargós)

Gólyaalakúak

Πελαργόμορφα

Gólyafélék

Πελαργός

gólyaláb

ξυλοπόδαρο

gólyaorr

γεράνι

γεράνιον

habár, noha, jóllehet

αν και

hajóról leszállni

να αποβιβάσει

hallgatólagos

σιωπηρός◼◼◼

hozzászólás

σχόλιο◼◼◼

μηνύματα

hulladék eltávolításból származó szennyezés

Απόβλητα διεργασιών καθαρισμού

hulladékból nyert tüzelőanyag

καύσιμο από απορρίμματα

hálószobából nyíló fürdőszoba

δωμάτιο με εσωτερικό μπάνιο

háromszor kettőt naponta ezekből a tablettákból

να παίρνεις δύο από αυτά τα χάπια τρεις φορές την ημέρα

hétfőtől péntekig, 9.00-tól 17.00-ig vagyunk nyitva

είμαστε ανοιχτά από τις εννιά εως τις πέντε, δευτέρα με παρασκευή

hólyag

ουροδόχος κύστη◼◼◼

κύστη◼◼◼

πομφόλυγα

φούσκα

φυσαλίδα

húgyhólyag

κύστη◼◼◼

ουροδόχος κύστη◼◼◻

1234