Magyar-Görög szótár »

észrevesz görögül

MagyarGörög
észrevesz

παρατήρηση◼◼◼

αντιλαμβάνομαι

γνωρίζω

παίρνω (πάρω, πήρα) είδηση/χαμπάρι, βλέπω (δω, είδα), (észlel) αντιλαμβάνομαι (αντιληφθώ), καταλαβαίνω (καταλάβω)

παρατηρώ

προσέχω

hír: παίρνω είδηση észrevesz

είδηση (η, tsz. -εις)