Görög | Magyar |
---|---|
τάση | feszültség◼◼◼ irány◼◼◻ nyomás◼◼◻ erő◼◻◻ hangsúlyoz◼◻◻ igénybevétel◼◻◻ irányzat◼◻◻ hajlam◼◻◻ |
τάση (εξέλιξη) της παραγωγικότητας | |
τάση της οικονομίας/(οικονομική) συγκυρία | |
(ψυχολογική) πίεση/τάση/ολικό φορτίο/υπερένταση | |
γραμμή υψηλής τάσης | |
δημογραφική τάση | |
δημογραφική τάση (άνθρωποι)/πληθυσμιακή τάση (ζώα) | |
εδώ είναι η στάση μου | |
εντάση | |
επιφανειακή τάση | |
ζητήστε στάση | |
η επόμενη στάση | |
η τάση για εμετό | |
πίεση/σύνθλιψη/τάση/διαφορά δυναμικού/φόρτος | |
ποιά είναι αυτή η στάση / ποιός είναι αυτός ο σταθμός; | |
ποιά είναι η επόμενη στάση / ποιός είναι ο επόμενος σταθμός; | |
σε ποια στάση να κατέβουμε; | |
στάση | álláspont◼◼◼ megállás◼◼◼ magatartás◼◼◼ testtartás◼◼◻ hozzáállás◼◼◻ hely◼◼◻ megálló◼◼◻ megáll◼◼◻ állomás◼◼◻ attitűd◼◻◻ szempont◼◻◻ |