Görög | Magyar |
---|---|
κράτηση | fenntartás◼◼◼ bejelentés◼◼◼ |
κράτηση δωματίων | |
(leköt) κλείνω (-σω), κάνω κράτηση (+ για vmit) | |
έχετε κάνει κράτηση; | |
έχετε τον αριθμό της κράτησης; | |
έχω κάνει κράτηση | |
ακυρώνω μια κράτηση | |
αυτοσυγκράτηση | |
δεξαμενή κατακράτησης | |
εδώ είναι ο αριθμός της κράτησης | |
η κράτηση | |
η κράτηση ήταν για ένα δίκλινο δωμάτιο | |
η κράτηση ήταν για ένα διπλό δωμάτιο | |
θέλω να ακυρώσω την κράτηση δωματίου | |
θα ήθελα να κάνω κράτηση για ένα τραπέζι για 4 άτομα | |
θα ήθελα να κάνω μια κράτηση παρακαλώ | |
μέτρο (μέτρηση) ελέγχου (συγκράτησης) | |
μπορείτε να κάνετε κράτηση της διαμονής για εμένα; | |
να κάνω κράτηση | |
παρακράτηση | levonás◼◼◼ |
συγκράτηση |