Görög | Magyar |
---|---|
γρήγορα | gyorsan◼◼◼ gyors◼◼◼ hamar◼◻◻ hamarosan◼◻◻ |
γρήγορα, σύντομα | |
έλα γρήγορα! | |
αργά ή γρήγορα | |
βλέπω έμαθες γρήγορα το καλό | |
θες να πιούμε κανα ποτό στα γρήγορα; (ανεπίσημο) | |
προχωρούσε πολύ γρήγορα | |
το ταχύτερο δυνατό / όσο το δυνατό πιο γρήγορα / όσο πιο γρήγορα γίνεται |