ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

tat σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
kimutatás

απόθεμα◼◻◻

κατάλογος

kinyomtatva

εκτυπωμένο◼◼◼

kiszolgáltat

αποκεντρώνω

kitöltené ezt a nyomtatványt, kérem?

μπορείτε να συμπληρώσετε αυτό το έντυπο παρακαλώ;

kockáztat

κίνδυνος◼◼◼

διακινδύνευση◼◻◻

διακινδυνεύω

κινδυνεύω

ρισκάρω, διακινδυνεύω (-σω)

ριψοκινδυνεύω

környezeti kimutatás

οικολογικός έλεγχος

περιβαλλοντική δήλωση

περιβαλλοντική δήλωση (οικολογικός έλεγχος)

környezeti kimutatás (ökoauditálás)

οικολογικός έλεγχος

περιβαλλοντική δήλωση

περιβαλλοντική δήλωση (οικολογικός έλεγχος)

környezeti kutatás

περιβαλλοντική έρευνα

környezeti mutató/index

περιβαλλοντικός κώδικας

környezeti mutató/indikátor

πράσινος (περιβαλλοντικός) δείκτης

környezeti oktatás

περιβαλλοντική διδασκαλία/διδασκαλία για το περιβάλλον

környezetminőség mutatója

δείκτης ποιότητας του περιβάλλοντος

környezetstatisztika

στατιστικές περιβάλλοντος (για το περιβάλλον)

középfokú oktatás

δευτεροβάθμια εκπαίδευση◼◼◼

közvélemény-kutatás

δημοσκόπηση

közvéleménykutatás

έρευνα κοινής γνώμης/σφυγμομέτρηση

krími tatár

κριμαϊκά ταταρικά

Κριμαϊκή Ταταρική γλώσσα

kulturális mutató

πολιτιστικός δείκτης

kutat

αναζήτηση◼◼◼

έρευνα◼◼◻

αναζητώ

ανερευνώ

εξερευνώ

ερευνώ

ψάχνω

ψάχνω (-ξω), (tudományosan) ερευνώ (-ήσω)

kutatás

αναζήτηση◼◼◼

διερεύνηση◼◼◼

ερευνητικός◼◼◻

5678

Το ιστορικό σας