ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

διακινδυνεύω σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
διακινδυνεύω

kockáztat

veszély

veszélyeztet

ρισκάρω, διακινδυνεύω (-σω)

kockáztat