ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

tat σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
folytatás

εξακολούθηση◼◼◼

η συνέχεια◼◼◼

folytatásos

σειρά◼◼◼

folytatódik

συνεχίζεται (-στεί)◼◼◼

συνεχίζω

folytatólagos

εξακολουθητικός

formanyomtatvány

αίτηση◼◼◼

μορφή◼◼◼

διάταξη◼◻◻

σχήμα◼◻◻

τύπος◼◻◻

futtat

εκτελώ

gondolatátvitel

τηλεπάθεια

gyógyíthatatlan

αγιάτρευτος

ανίατος

gyóntatószék

εξομολογητήριο

hadd mutatkozzam be!

να συστηθώ

hajótat

πρύμνη

hajthatatlan

αδιάλλακτος

ισχυρογνώμων

halhatatlan

αθάνατος

halhatatlanság

αθανασία

hánytató

εμετικός

hánytatószer

εμετικό◼◼◼

használhatatlan

άχρηστος (-η-ο)

hatások kutatása

διερεύνηση αποτελεσμάτων

helyváltoztatás

μετακίνηση◼◼◼

μετατόπιση◼◼◼

hidrosztatikus

υδροστατικός◼◼◼

igazság, pártatlanság

δικαιοσύνη

igazságszolgáltatás

δικαιοσύνη◼◼◼

δίκαιο◼◼◻

δωσιδικία

δικαιοδοσία/αρμοδιότητα/δωσιδικία

indikátor/mutató

(εν)δείκτης

Ingerületátvivő anyagok

Νευροδιαβιβαστής

interdiszciplináris kutatás

διεπιστημονική έρευνα

internet szolgáltató

isp (internet service provider)

παροχέας υπηρεσιών Διαδικτύου

ipari termelési statisztika

στατιστικά στοιχεία σχετικά με τη βιομηχανική παραγωγή

3456

Το ιστορικό σας