ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

ejt σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
ejt

ρίψη◼◼◼

σταγόνα◼◼◻

πτώση◼◻◻

ejtés

πτώση◼◼◼

ejtőernyő

το αλεξίπτωτο

ejtőernyős

αλεξιπτωτιστής

bérszámfejtés

μισθοδοσία◼◼◼

eldug, elrejt, titkol (→

κρύβω

elfelejt

ξεχνάω

ξεχνώ

 felejt

elrejt

κρύβω

elrejtőzik

κρύβω

fejt

μάλλον◼◼◼

μαντεύω

fejtető

κορυφή◼◼◼

στέμμα

fejtámla

μαξιλάρι◼◼◼

fejtörő

αίνιγμα

felejt

ξεχνώ (-άω, -άσω)

felejthetetlen

αλησμόνητος

αξέχαστος (-η-ο)

hímivarsejt

σπερματοζωάριο

idegsejt

νευρώνας

Idegsejt

Νευρώνας

keresztrejtvény

σταυρόλεξο (staurolexo, stavrolexo)

το σταυρόλεξο

Keresztrejtvény

Σταυρόλεξο

kiejt

αρθρώνω

ονομάζω

προφέρω

kiejtés

η προφορά

kifejt

εξηγώ

külszíni fejtés

υπαίθρια εξόρυξη

kőfejtés

λατόμευση◼◼◼

kőfejtő

λατομείο◼◼◼

λατομείο/θήραμα/λεία

leejt

μου πέφτει (-σει) (από τα χέρια)

lefejtés

απόχυση

lejt

κλίση◼◼◼

12

Το ιστορικό σας