ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

λατομείο σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
λατομείο

kőbánya◼◼◼

kőfejtő◼◻◻

karrier

pályafutás

λατομείο/θήραμα/λεία

kőfejtő