Kérlek, engedélyezd a javascriptet a szótár használatához! Hogyan?
φυτικό είδος (που απειλείται (απειλούμενο) με εξαφάνιση)▼
φυτικό είδος [που απειλείται (απειλούμενο) με εξαφάνιση]▼
↑