Magyar-Görög szótár »

völgy görögül

MagyarGörög
völgy

κοιλάδα◼◼◼

κοιλάδα (koiláda)◼◼◼

κοιλάδα/λεκάνη ποταμού/υδρορρόη

λεκάνη ποταμού

υδρορρόη

völgyhíd

οδογέφυρα

mély folyóvölgy

φαράγγι