Magyar-Görög szótár »

tök görögül

MagyarGörög
tök

κολοκυθάκι◼◼◼

αρχίδι

κολοκύθα (kοlοkútha)

κολοκύθι

tök üres (szleng)

είναι νεκρά εδώ

tökéletes

ιδανικό◼◼◼

τέλειος◼◼◼

αλάθητος

αψεγάδιαστος

ιδανικός

τελειοποιώ

tökéletesen

τέλεια◼◼◼

απολύτως

tökéletesség

εντέλεια

τελειότητα

tökéletesít

βελτιώνω

τελειοποιώ

tökéletlen

ατελής◼◼◼

ελλιπής◼◼◻

παρατατικός

tökéletlenség

ατέλεια

csütörtök

Πέμπτη◼◼◼

Παρασκευή◼◻◻

csütörtök délután 2 órára kell visszahozni az autót

πρέπει να έχει επιστραφεί μέχρι τις 2μμ. το σάββατο

csütörtökön

την πέμπτη◼◼◼

eltökélt

αποφασισμένος

eltökéltség

αποφασιστικότητα◼◼◼

kérlek vedd le a cipődet; kérlek vegyétek le a cipőtöket

παρακαλώ βγάλε τα παπούτσια σου / παρακαλω βγάλτε τα παπούτσια σας

lopótök

νεροκολόκυθο◼◼◼

minden csütörtökön

κάθε πέμπτη◼◼◼

sütőtök

κολοκύθα

κολοκύθι

állatökológia

ζωοοικολογία

ösztöke

βουκέντρα

ösztökél

παροτρύνω

üstökös

χαρταετός

Üstökös

Κομήτης