Magyar-Görög szótár »

tél görögül

MagyarGörög
odaítél

απονομή◼◼◼

rejtély

αίνιγμα

γρίφος

μυστήριο

μυστήριο (mistírio)

μυστικό

rejtélyes

μυστήριος

μυστήριος (mystērios)

μυστηριώδης

rostély

πλέγμα◼◼◼

σχάρα◼◼◼

γκριλ

szaktekintély

αρχή◼◼◼

αρχές◼◼◻

szentély

ναός◼◼◼

άδυτο

άσυλο

ιερό

καταφύγιο

tekintély

κύρος◼◼◼

φήμη◼◼◼

αρχή

εξουσία

tekintélyelvű

απολυταρχικός

tekintélyes

ουσιαστικός

Versailles-i kastély

Βερσαλλίες (παλάτι)

vetélkedés

αντιπαλότητα◼◼◼

vetélytárs

ανταγωνιστής◼◼◼

αντίζηλος

ανταγωνίζομαι

vetélés

αποβολή◼◼◼

έκτρωση

εξάμβλωμα

állatélőhely

ενδιαίτημα ζώων

átél

(pl. háborút, szerepet) ζω (ζήσω), nehéz napokat éltem át πέρασα δύσκολες μέρες

ítél

δικαστής◼◼◼

δικάζω

ítélet

καταδικαστική απόφαση◼◼◼

κρίση◼◼◻

πρόταση◼◼◻

1234