Magyar-Görög szótár »

se görögül

MagyarGörög
segéd

βοηθητικός◼◼◼

στιγμή◼◼◼

βοηθός

επίκουρος

segédige

βοηθητικό ρήμα

segély

βοήθεια◼◼◼

συνδρομή◼◼◻

επιχορήγηση◼◻◻

υποστήριξη◼◻◻

βοηθός

segélypolitika

πολιτική στον τομέα της παροχής βοήθειας

segélyszervezeti bolt

φιλανθρωπικό μαγαζί με μεταχειρισμένα είδη

segg

κώλος

κώλος (kólos)

πισινός

πισινός (pisinos)

segglyuk

κωλοτρυπίδα (kolotripída)

πρωκτός (proktós)

segít

συνδρομή◼◼◼

βοήθεια◼◼◼

αλληλοβοήθεια

αλληλοβοηθητικός

βοηθάω (vοitháο)

συνδράμω

segítenél elmosni az edényeket?

μπορείς να με βοηθήσεις να πλύνω τα πιάτα;

segíthetek?

πως μπορώ να σας βοηθήσω;

segítg

βοήθεια◼◼◼

βοήθεια (voíthia)◼◼◼

συνδρομή◼◼◼

υποστήριξη◼◼◻

συνεργασία◼◼◻

παρακολούθηση◼◼◻

αρωγή◼◼◻

βοήθημα◼◻◻

επικουρία◼◻◻

δείκτης◼◻◻

περίθαλψη◼◻◻

πλευρά◼◻◻

χέρι◼◻◻

βοηθός◼◻◻

123