Magyar-Görög szótár »

piszkos görögül

MagyarGörög
piszkos

ακάθαρτος

ακάθαρτος (akathartos)

βρόμικος

βρώμικος

βρώμικος (vromikos)

βρώμικος / βρώμικη / βρώμικο

λερωμένος

λερωμένος (leromenos)

μπιχλιάρης

ρυπαρός