Magyar-Görög szótár »

pénz görögül

MagyarGörög
pénz

χρήμα (το)◼◼◼

μετρητά◼◼◻

νόμισμα◼◼◻

άργυρος

ασήμι

λεφτά (τα)

(pénz) felvét

ανάληψη (η, tsz. -εις)

pénz levétele

ανάληψη

pénzalap

κεφάλαιο◼◼◼

pénzbírság

πρόστιμο◼◼◼

ποινή◼◼◻

κύρωση◼◼◻

pénzdarab

επινοώ

κέρμα

νόμισμα

pénzintézet

τράπεζα◼◼◼

pénzkivétel

ανάληψη◼◼◼

pénzkészlet

ως◼◼◼

έως◼◼◻

pénzmosás

ξέπλυμα χρήματος◼◼◼

ξέπλυμα μαύρου χρήματος

pénznem

νόμισμα◼◼◼

συνάλλαγμα◼◻◻

μετρητά◼◻◻

χρήμα◼◻◻

χρήματα

ρέστα

κέρμα

pénzpiac

χρηματαγορά/αγορά χρήματος

χρηματοπιστωτική αγορά/κεφαλαιαγορά/χρηματαγορά

pénzt szeretnék felvennip

θέλω να κάνω μια ανάληψη

pénztartó

ως◼◼◼

pénztár

κασέλα

κασόνι

κιβώτιο

ταμειακή μηχανή

pénztárca

βαλάντιο

χρηματοφυλάκιο

pénztárgép

ταμείο

ταμειακή μηχανή

12