Magyar-Görög szótár »

lebeszél görögül

MagyarGörög
lebeszél

τον/την κάνω να αλλάξει γνώμη

belebeszél

διακόπτω

végül sikerült lebeszélnem

τελικά κατάφερα να τον κάνω να αλλάξει γνώμη