Magyar-Görög szótár »

le görögül

MagyarGörög
leépítés

απόλυση◼◼◼

τσεκούρι

leereszkedő

δασκαλίστικος

leereszt

κατεβάζω

χαμηλώνω

leeresztés

αποστράγγιση◼◼◼

leértékes

υποτίμηση◼◼◼

η υποτίμηση, (kiárusítás) οι εκπτώσεις◼◼◻

leesés

πτώση◼◼◼

leesett a dollár árfolyama

έπεσε η τιμή του δολαρίου

leesik

πέφτω (πέσω) (κάτω)

lefagy

(számítógép) παγώνει (-σει)

lefed

κάλυψη◼◼◼

κάλυμμα◼◻◻

καπάκι

lefegyverezés

αφοπλισμός

lefejel

κεφαλιά

lefejez

αποκεφαλίζω

καρατομώ

lefejezés

αποκεφαλισμός◼◼◼

lefejtés

απόχυση

lefékez

φρενάρω

lefekszek aludni

πάω για ύπνο

lefekszik

ξαπλώνω (-σω) (alvás céljából) πηγαίνω (πάω, πήγα) για ύπνο

lefekszik aludni

πάει για ύπνο

lefe

προς τα κάτω◼◼◼

lefest

βαφή◼◼◼

απεικονίζω

ζωγραφίζω

lefizet

(vkit) λαδώνω (-σω)

δωροδοκώ

lefoglal

επιφύλαξη◼◼◼

κατάσχω

κλείνω (-σω)

lefoglalás

κατάσχεση◼◼◼

lefoglalt

δεσμευμένος◼◼◼

lefogy

αδυνατίζω (-σω)

leföldel

γείωση◼◼◼

lefolyás

εκροή◼◼◼

lefolyó

η αποχέτευση

1234