Magyar-Görög szótár »

lő görögül

MagyarGörög
egyen

καίτοι

καν

ως

egyen távolságra levő

ισαπέχων

egyenen

εξίσου

egyenség

ισότητα◼◼◼

egyenségjel

ίσον◼◼◼

egyentlenség

ανισότητα◼◼◼

egyetemi tanár / eadó

ομιλητής

egyfel

αφενός (μεν)◼◼◼

(többnyire ellentétpárban) από τη μια (άποψη/πλευρά), αφ’ ενός (μεν)

egyfel ök, hogy látlak, másfel tudom, hogy máshol kéne lenned

από τη μια πλευρά / αφ’ ενός μεν χαίρομαι ότι σε βλέπω, από την άλλη πλευρά / αφ’ ετέρου δε ξέρω ότι θα έπρεπε να είσαι αλλού

elbeszé

αφηγητής

elbűvö

γοητευτικός

θελκτικός

συναρπαστικός

χαριτωμένος

elegem van beled

σε βαρέθηκα

elkerü út

παράκαμψη

παρακάμπτω

παρακαμπτήριος

(el)készít (→ ετοιμάζομαι készüdik, [el]készül)

ετοιμάζω

ellenszegü

ανυπότακτος

elszigetedés

απομόνωση◼◼◼

e-

προ-

e tudja hívni nekem ezt a filmet?

μπορείτε να μου εμφανίσετε αυτό το φιλμ παρακαλώ;

e tudja hívni nekem ezt a memóriakártyát?

μπορείτε να εμφανίσετε αυτή την κάρτα μνήμης για εμένα;

ead

απόδοση◼◼◼

(dalt) ερμηνεύω (-σω)

eadás

παρουσίαση◼◼◼

εκτέλεση◼◼◻

έκθεση◼◼◻

διεύθυνση◼◼◻

ερμηνεία◼◼◻

διάταξη◼◻◻

διανομή◼◻◻

επίδειξη◼◻◻

παράσταση (η, tsz. -εις)◼◻◻

απόδοση

διάλεξη (η, tsz. -εις)

1234