Magyar-Görög szótár »

krém görögül

MagyarGörög
krém

κρέμα◼◼◼

κρέμα γάλακτος◼◼◻

πάστα◼◻◻

πολτός◼◻◻

αφρόκρεμα

κρεμ

krémes

κρεμώδης◼◼◼

krémszínű

κρεμ◼◼◼

a lehető legnagyobb jégkrém

το μεγαλύτερο δυνατό παγωτό

borotvakrém

κρέμα ξυρίσματος

cipőkrém / cipőpaszta

βερνίκι παπουτσιών

fogkrém

οδοντόπαστα◼◼◼

η οδοντόκρεμα

jégkrém

παγωτό◼◼◼

kipróbálhatná ezt a krémet

μπορείτε να δοκιμάσετε αυτή την κρέμα

kézkrém

κρέμα χεριών

megettünk egy-egy jégkrémet

φάγαμε από ένα παγωτό

napozás elleni krém

αντιηλιακό

testápoló krém

ενυδατική κρέμα