Magyar-Görög szótár »

kockáztat görögül

MagyarGörög
kockáztat

κίνδυνος◼◼◼

διακινδύνευση◼◻◻

διακινδυνεύω

κινδυνεύω

ρισκάρω, διακινδυνεύω (-σω)

ριψοκινδυνεύω