Magyar-Görög szótár »

kisebb görögül

MagyarGörög
kisebb

μικρή◼◼◼

ελάσσων◼◼◻

μικρός◼◼◻

μικρότερος

νεοσσός

kisebb hegy

λόφος

kisebbség

μειοψηφία◼◼◼

μειονότητα◼◼◻

η μειονότητα

μειονότητα/μειοψηφία

kisebbségi

μειοψηφία◼◼◼

kisebbít

ελαττώνω

μειώνω

a legkisebb dologért is

παραμικρό

domb, kisebb hegy

λόφος (lófos)

ύψωμα (ýpsoma)

legkisebb

ελάχιστα◼◼◼

legkisebb közös többszörös

ελάχιστο κοινό πολλαπλάσιο

tudna néhány kisebb bankjegyet adni?

μπορείτε να μου δώσετε χαρτονομίσματα μικρότερης αξίας ;

van ilyen kisebb méretben?

έχετε τίποτα σε μικρότερο μέγεθος;