Magyar-Görög szótár »

kész görögül

MagyarGörög
kész

διατεθειμένος◼◼◼

έτοιμος◼◼◼

έτοιμος (-η-ο)◼◼◼

πρόθυμος◼◼◻

πλήρες◼◼◻

πλήρης◼◼◻

δάνειο◼◼◻

kész a vacsora

το δείπνο είναι έτοιμο

kész az ebéd

το μεσημεριανό είναι έτοιμο

kész vagy hazamenni?

είσαι έτοιμος / έτοιμη να πάμε σπίτι;

készakarva

επίτηδες

készek rendelni?

είσαστε έτοιμοι να παραγγείλετε;

készek tárgyalni?

προτίθονται να διαπραγματευτούνε;

készen

έτοιμος◼◼◼

készen van

είναι έτοιμος (-η-ο)

készenlét

επιφυλακή◼◼◼

αναμονή◼◼◼

ετοιμότητα◼◼◼

προετοιμασία◼◼◻

készlet

απόθεμα◼◼◼

σύνολο◼◼◼

ζώα◼◼◻

σετ◼◼◻

σχέση◼◼◻

προμήθεια◼◼◻

επιφύλαξη◼◼◻

εφοδιασμός◼◼◻

σειρά◼◼◻

εξοπλισμός◼◻◻

απογραφή◼◻◻

προσφορά◼◻◻

αποθήκη◼◻◻

κατάλογος◼◻◻

υπηρεσία◼◻◻

εμπόρευμα◼◻◻

χαρτόνι◼◻◻

σύνεργα◼◻◻

εξυπηρέτηση◼◻◻

τροφοδοσία◼◻◻

συσκευή◼◻◻

12