Magyar-Görög szótár »

iszap görögül

MagyarGörög
iszap

λάσπη (laspi) , πηλός (pilos) , βόρβορος (vorvoros) , γύψος (gypsos)◼◼◼

λύμα◼◻◻

βόρβορος

γλίτσα

γύψος

λάσπη/ιλύς

πηλός

iszaptalaj

(φυσική) ιλύς/βόρβορος/λάσπη

βόρβορος

ιλύς

λάσπη

iszapzátony

λασπώδης πυθμένας (βυθός)

aktív iszap

ενεργοποιημένη ιλύς

hulladék-iszap komposzt

κοπρόχωμα από απόβλητη λάσπη

ipari iszap

βιομηχανική ιλύς (λάσπη)

maradék hulladékiszap

ιλύς υπολειμματικών αποβλήτων

rothasztott iszap

χωνε(υ)μένη ιλύς◼◼◼

sár/iszap (üledék)

ιλύς

tisztítási iszap

λάσπη καθαρισμού

víztelenített iszap

αφυδατωμένη ιλύς