Magyar-Görög szótár »

ismeret görögül

MagyarGörög
ismeret

γνώσεις◼◼◼

γνώση◼◼◼

γνώση (gnósi)◼◼◼

εμπειρία◼◼◻

επίγνωση◼◻◻

μάθηση◼◻◻

εκμάθηση◼◻◻

επιστήμη◼◻◻

ζωή◼◻◻

γνωστός

ενημερότητα

σημαία

γνωριμία

Ismeret

Γνώση◼◼◼

ismeretelmélet

επιστημολογία

ismeretlen

άγνωστος◼◼◼

άγνωστος (-η-ο)◼◼◼

ξένη◼◻◻

νεωτεριστικός

ξένος

ismeretlen tettes ellen tett feljelentés

μήνυση εναντίον αγνώστου δράστη

ismeretség

γνωριμία

γνωστός

hogy van? (ismeretlen emberrel való találkozásnál feltett formális kérdés; amire a helyes válasz how do you do?)

πως είστε; (επίσημη έκφραση που χρησιμοποιείτεαι όταν γνωρίζετε κάποιον για πρώτη φορά, η σωστή απάντηση στα αγγλικά είναι: how do you do?)

lelki ismeret

τύψη

lelkiismeret

συνείδηση◼◼◼

συνείδηση (syneídese)◼◼◼

η συνείδηση

lelkiismeretes

ευσυνείδητος◼◼◼

ευσυνείδητος (-η-ο)◼◼◼

lelkiismeretesen dolgozik

εργάζεται ευσυνείδητα/με ευσυνειδησία

lelkiismeretesség

ευσυνειδησία◼◼◼

lelkiismeretlen

αδίστακτος

mértékismeret

μετρολογία

önismeret

αυτογνωσία◼◼◼

őshonos élet ismerete

εγχώρια γνώση