Magyar-Görög szótár »

hallgató görögül

MagyarGörög
hallgató

σπουδαστής◼◼◼

σπουδαστής (spoudastís)◼◼◼

μαθητής◼◼◻

φοιτητής◼◼◻

(műsoré) ο ακροατής, (egyetemi) ο φοιτητής (η φοιτήτρια)

ακροατής

σπουδάστρια (spoudástria)

hallgatólagos

σιωπηρός◼◼◼

hallgatóság

ακροατήριο◼◼◼

κοινό◼◼◼

τηλεθέαση◼◼◻

hallgatózik

υποκλέπτω

fejhallgató

ακουστικά◼◼◼

ακουστικό◼◼◻

fülhallgató

ακουστικά◼◼◼

ακουστικό◼◻◻

posztgraduális hallgató

μεταπτυχιακός