Magyar-Görög szótár »

gumi görögül

MagyarGörög
Gumi

Καουτσούκ◼◼◼

gumi

ελαστικό◼◼◼

κόμμι◼◼◻

γόμα◼◼◻

ελαστικό κόμμι

γομολάστιχα

λάστιχο (το)

προφυλακτικό

σβήστρα

gumiabroncs

ελαστικό◼◼◼

επίσωτρο◼◼◻

καουτσούκ◼◼◻

λάστιχο◼◻◻

ελαστικό αυτοκινήτου

gumibot

γκλομπ◼◼◼

gumidefekt

τρύπα

autógumi

ελαστικό

επίσωτρο

λάστιχο

ellenőrizhetem a gumiabroncsnyomást?

μπορώ να ελέγξω την πίεση στα λάστιχα μου εδώ;

habgumi

αφρώδες ελαστικό◼◼◼

kerékgumi

λάστιχο

le van eresztve a gumi

μου έχει σκάσει το λάστιχο

rágógumi

τσίχλα◼◼◼

μαστίχα