Magyar-Görög szótár »

fia görögül

MagyarGörög
fia

γιος◼◼◼

ο γιος◼◼◻

γιός

υιός

fiaskó

φιάσκο

Fiat

Όμιλος Fiat◼◼◼

fiatal

νεολαία◼◼◼

παιδί◼◼◻

νεαρός◼◻◻

νεαρός (-ή-ό)◼◻◻

νεαρό άτομο

μικρός

νέα / νέο

νέος-α-ο

fiatal, fiatalember

νεαρός-ή-ό / (ο)

fiatalabbnak nézel ki

φαίνεσαι/δείχνεις πιο νέος, úgy néz ki, hogy... φαίνεται ότι/να...

fiatalok

νεολαία

νιάτα

fiatalság

νεολαία◼◼◼

νιάτα

bibliográfiai információ

βιβλιογραφικές πληροφορίες

bibliográfiai információs rendszer

σύστημα βιβλιογραφικών πληροφοριών

Biogeográfia

Βιογεωγραφία

biogeográfiai térség

βιογεωγραφικές περιοχές

biográfia

βιογραφία

demográfia

δημογραφία◼◼◼

demográfiai

δημογραφικός

demográfiai fejlődés

δημογραφική εξέλιξη

demográfiai növekedés

δημογραφική τάση

Dualizmus (filozófia)

Δυαλισμός

elektroenkefalográfia

ηλεκτροεγκεφαλογραφία◼◼◼

Elektrokardiográfia

Ηλεκτροκαρδιογράφημα◼◼◼

Etika (filozófia)

Ηθική◼◼◼

filozófia

φιλοσοφία◼◼◼

σκεπτικό

filozófiai

φιλοσοφικός

Fotográfia

Φωτογραφία

férfiak

άνδρας

férfias

ανδρικός

ανδροπρεπής

12