Magyar-Görög szótár »

elem görögül

MagyarGörög
félelem

φοβάμαι

felemel

αύξηση◼◼◼

ανυψώνω

σηκώνω (-σω)

υψώνω

félemelet

ημιώοφο, το

felemelkedés

ανάβαση

felemelkedik

αναδύομαι

ανεβαίνω

felemészt

καταναλώνω

figyelem

προσοχή (η)◼◼◼

εκτίμηση◼◼◻

έννοια◼◼◻

συμφέρον◼◼◻

επιτόκιο◼◼◻

ενδιαφέρον◼◼◻

φροντίδα◼◻◻

επιμέλεια◼◻◻

ανησυχία◼◻◻

σεβασμός◼◻◻

έγνοια

figyelembe vesz

θεωρώ

figyelembevétel

προσοχή◼◼◼

figyelemmel

προσεκτικά

figyelemre méltó

αξιόλογος

fizikai-kémiai elemzés

φυσικοχημική ανάλυση

fogyasztóvédelem

προστασία των καταναλωτών◼◼◼

folyamatelemzés

ανάλυση διαδικασίας

gazdasági elemzés

οικονομική ανάλυση◼◼◼

Genealógia (történelem)

Γενεαλογία◼◼◼

gombelem

επίπεδη μπαταρία

gyártmánykereskedelem

μεταποιητικό εμπόριο

gyötrelem

αγωνία◼◼◼

βάσανο

győzelem

η νίκη

νίκη

νίκη (níke)

hallásvédelem

προστασία (προστατευτικό) της ακοής

hálópolitika (emisszió kereskedelem)

πολιτική δικτυωτού πλέγματος

hegyvédelem

προστασία των ορέων

2345