Magyar-Görög szótár »

csók görögül

MagyarGörög
csók

ακροφιλώ

ασπάζομαι

ασπασμός

δίνω φιλί

φίλημα

φιλί

φιλώ

Csók

Φιλί

csóka

κάργια◼◼◼

καλιακούδα

καρακάξα

csókol

αγκαλιάζω

ασπάζομαι

ασπασμός

δίνω φιλί

φιλάω

φιλί

φιλώ (-άω, -ήσω)

csókolózik

φιλιέμαι (-ηθώ)

a jegyek nagyon olcsók voltak

τα εισητήρια ήταν πολύ φτηνά

articsóka

αγκινάρα◼◼◼

habcsók

μαρέγκα

havasi csóka

κιτρινοκαλιακούδα

kézcsók

χειροφίλημα

megcsókol

ασπάζομαι

φιλώ

megcsókolhatlak?

μπορώ να σε φιλήσω;