Magyar-Görög szótár »

barát görögül

MagyarGörög
barát

φίλος (ο)◼◼◼

αδελφός

γκόμενος

καλόγερος

μοναχός

baráti

φιλικός

(baráti) társaság

σύνδεσμος

barátkeselyű

μαυρόγυπας◼◼◼

barát

η φίλη

κοπέλα

κορίτσι

φίλη

φίλος

φιλενάδα

barátokon keresztül

μέσω κοινών φίλων

barátréce

γκισάρι◼◼◼

barátság

φιλία◼◼◼

αδερφοσύνη

barátságos

αγαθός

φιλικά

φιλικός (-ή-ό)

barátságosan

φίλα

φιλικά

barátságosság

φιλικότητα

barátságtalan

εχθρικός

a barátnőddel együtt hárman vagyunk

μαζί με την φίλη σου είμαστε τρεις

az egyik barátom azt mondta, hogy...

ένας φίλος μου είπε ότι...

búcsúzz el a barátaidtól!

αποχαιρέτησε τους φίλους σου!

elárultad a barátaidat!

πρόδωσες τους φίλους σου!

emberbarát

φιλάνθρωπος

felhasználóbarát

εύχρηστος◼◼◼

hadd mutassam be a barátomat!

να σου συστήσω τον φίλο μου

hol vannak a barátaid, akikről beszéltél?

πού είναι οι φίλοι σου για τους οποίους μίλησες; που

kedves barátaim!

αγαπητοί φίλοι μου! (bájos) χαριτωμένος-η-ο, γλυκός-ιά-ό

környezetbarát

φιλικός,-ή,-ό για το περιβάλλον

környezetbarát beszerzés

φιλική για το περιβάλλον προμήθεια

környezetbarát gazdálkodás

φιλική για το περιβάλλον διαχείριση

környezetbarát termék

φιλικό για το περιβάλλον προϊόν

környezetileg "barátságtalan" cég

επιχείρηση μη φιλική για το περιβάλλον

megyek a barátnőmhöz

πάω στην φίλη μου

12