Magyar-Görög szótár »

bal görögül

MagyarGörög
szabályozó

ρυθμιστικός◼◼◼

szabályozott égetés

ελεγχόμενη καύση

szabálysértés

παράβαση◼◼◼

παραβίαση◼◼◻

szabályszerű

κανονική◼◼◼

κανονικό◼◼◼

κοινή◼◼◻

szabályszerűség

κανονικότητα◼◼◼

szabálytalan

ανώμαλος

szabálytalanság

παρατυπία◼◼◼

ανωμαλία◼◻◻

αντικανονικότητα◼◻◻

φάουλ

szabályzat

κανονισμός◼◼◼

κανονισμός (ο)◼◼◼

εσωτερικός κανονισμός◼◼◼

πολιτική◼◼◻

ασφάλεια◼◼◻

καταστατικό◼◼◻

ρύθμιση◼◼◻

szájbalzsam

lip balm

szennyezésre vonatkozó jogszabályok

νομοθεσία (νόμοι) σχετικά με τη (για τη) ρύπανση

szennyezésszabályozó berendezés

εξοπλισμός ελέγχου της ρύπανσης

Szent Borbála

Αγία Βαρβάρα

szobalány

καθαρίστρια

καμαριέρα

κορίτσι

παραδουλεύτρα

υπηρέτρια

születésszabályozás

έλεγχος των γεννήσεων

tartson balra

κρατήστε αριστερά

természetvédelmi jogszabályok

νομοθεσία (νόμοι) περί διατήρησης της φύσης

vámszabályozás

τελωνειακός(ή) κανονισμός (ρύθμιση)

vasúti baleset

σύγκρουση τραίνων

veszélyes anyagokra vonatkozó jogszabályok

νομοθεσία (νόμοι) σχετικά με τις (για τις) επικίνδυνες ουσίες

veszélyes áruk szabályozása

κανονισμός για (σχετικά με) τα επικίνδυνα εμπορεύματα

vízvédelmi jogszabályok

νομοθεσία (νόμοι) περί της προστασίας των υδάτων

zaj-jogszabályok

νομοθεσία (νόμοι) περί θορύβου

zajszabályozás

περιορισμός (έλεγχος) του θορύβου

567