Magyar-Görög szótár »

autó görögül

MagyarGörög
autó

Αυτοκίνητο◼◼◼

αυτοκίνητο (το)◼◼◼

μηχανή◼◻◻

άμαξα

αμάξι

βαγόνι

θαλαμίσκος

το αυτοκίνητο, το αμάξι

autóbusz

πούλμαν◼◼◼

λεωφορείο◼◼◼

αμάξωμα◼◼◻

το λεωφορείο◼◻◻

(αστικό) λεωφορείο

φορτηγό

autóbuszmegálló

στάση λεωφορείου◼◼◼

autóbuszváróhely

υπόστεγο

autóbuszállomás

σταθμός λεωφορείων

autóbérlés

ενοικίαση αυτοκινήτων

autógarázs

γκαράζ

autógumi

ελαστικό

επίσωτρο

λάστιχο

autóipar

μηχανικές επιχειρήσεις

autómata sebváltó

αυτόματο

autómosó

πλυντήριο αυτοκινήτων

autópálya

οδός◼◼◼

δρόμος◼◻◻

αυτοκινητόδρομος υπερταχείας κυκλοφορίας

αυτοκινητόδρομος/οδός ταχείας κυκλοφορίας

λεωφόρος

ο αυτοκινητόδρομος, η εθνική οδός

autós iskola

σχολή οδηγών

autószerelő

ο μηχανικός αυτοκινήτων

autószervíz

γκαράζ

autóvezető oktató

εκπαιδευτής οδήγησης

autóvezetői vizsga

εξετάσεις οδήγησης

autóvezetői óra

μάθημα οδήγησης

autóút

αυτοκινητόδρομος◼◼◼

οδός◼◼◻

a szabálytalanul parkoló autóra kerékbilincset teszünk

τα όχηματα θα στερεώνονται / ακινητοποιούνται

12