Magyar-Görög szótár »

audit görögül

MagyarGörög
audit

έλεγχος◼◼◼

auditor

ελεγκτής◼◼◼

EK rendelet a környezetgazdálkodásról és auditálásról

κανονισμός της ΕΚ σχετικά με την οικολογική διαχείριση και

környezeti auditálás

περιβαλλοντική ελεγκτική

környezeti kimutatás (ökoauditálás)

οικολογικός έλεγχος

περιβαλλοντική δήλωση

περιβαλλοντική δήλωση (οικολογικός έλεγχος)

ökoauditálás

οικολογικός έλεγχος

περιβαλλοντική δήλωση

περιβαλλοντική δήλωση (οικολογικός έλεγχος)